Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Ο Χορός της Κερασιάς

Το δωμάτιο σαν εγκαταλελειμμένο πριν από εβδομήντα χρόνια. Οι βελούδινες κουρτίνες τραβηγμένες κρύβουν τα χτισμένα παράθυρα. Κάθεται μπροστά στον καθρέφτη με το βαρύ γύψινο κάδρο προσηλωμένος στο γουδί. Αψιδιά, αλεύρι, μανδραγόρας. Με περίσκεψη απλώνει την πομάδα.

Πρώτα στο πρόσωπο. Η αλοιφή κάνει ρυάκια που βαλτώνουν στις ρυτίδες του. Είναι περίεργο πως μετά από κάποια ηλικία η μάσκα σε κάνει να μοιάζεις γηραιότερος. 

"Την επόμενη φορά να θυμηθώ να βάλω λίγο μελισσοκέρι". 

Μετά στο σώμα. Αγγίζει τις ουλές του. 

"Οι πληγές μου είναι δύο ειδών, του θανάτου και της αγάπης. Για τις πρώτες οι φίλοι με είπαν ήρωα, για τις δεύτερες παιδεραστή και προδότη. Πλέον δεν ξεχωρίζουν".

Ο Μέγας Στρατηγός έφιππος περιμένει τον άρχοντα στην πύλη. Η εκπαίδευση στο δάσος θα διαρκέσει δύο μήνες. Κάθε νύχτα, δίπλα στο ποτάμι, κάτω από την μεγάλη κερασιά απλώνει το φαρδύ μανίκι του κιμονό του να ξαπλώσει ο πρίγκιπας. Κάθε πρωί, βρίσκει το μαύρο ρούχο ανθισμένο. 




Τελειώνει το βάψιμο, βάζει την πανοπλία του φακίρη. Κράνος, θώρακας, γάντια και περικνημίδες από καρφιά. Κάτι σαν μοναχός-πολεμιστής, ίσως βασιλικός γελωτοποιός, σίγουρα ζητιάνος. Και σήμερα θα προσκαλέσει με μανία τους περαστικούς να του πετάξουν σάπια φρούτα.

"Αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να κάνεις;"