Σάββατο 29 Αυγούστου 2015

Λουσία

Την Πέμπτη, μαζί με τη Λουσία, πήραμε το δρόμο για την αρχαία πόλη.
Ο δρόμος ήταν τραχύς αλλά το τοπίο, λέει, θα μας αποζημίωνε.

Οι ελπίδες μας μεγάλες, φουσκωμένες σαν το ποτάμι που έσκιζε τη χαράδρα από κάτω.
Ιδρωμένοι, πεινασμένοι, άθλιοι. Στα πρησμένα πόδια μας, οι πέτρες κουτρουβαλούσαν από τα γέλια.

Δυσοίωνη ανηφόρα, γιοφύρι, προδοτική κατηφόρα.

Κυριακή κατά το μεσημέρι φθάσαμε επιτέλους στον προορισμό μας. Μας είχαν τάξει βακχικές γιορτές, μας υποδέχτηκαν στρατιές κόκκινα μυρμήγκια.

Άλλη επιλογή δεν υπήρχε. Ή το ποθητό έπρεπε να καεί ή εμείς να οπισθοχωρήσουμε. Χωρίς λόγια διαλέξαμε το δεύτερο (είμαστε άνθρωποι συνετοί). Τον ίδιο δρόμο και πάλι πίσω -δεν υπήρχε καν δεύτερο μονοπάτι.

Δεν αγανακτούμε. Στη Λουσία έχει μείνει λίγη ακόμα έπαρση και σε εμένα λίγη κρύα ζαμπονοτυρόπιτα.