Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

Look Down

Μέρες τώρα κάτι με τρώει, νιώθω μια εξάντληση.

Κι όμως, πέρυσι μου πέρασαν καινούργιο λούστρο.  Απλόχερα μου πρόσφεραν μια κούρα σύσφιξης.

 Δεν έχω παράπονο. Είμαι τυχερή. Από το διάδρομο, πίσω από τη σκάλα, σπάνια κανείς περνά, εκτός από τις υπηρέτριες (και τους κυρίους, μερικές φορές, όταν διακινδυνεύουν με τους απαγορευμένους έρωτες στο σπίτι).
Τέλος πάντων, η αραιή κίνηση με έχει κρατήσει σφριγηλή.

Αυτά ως την περασμένη Δευτέρα, ή μήπως Τετάρτη... έχω αρχίσει και ξεκουτιαίνω.
Από τότε η κίνηση άρχισε να πληθαίνει. Ξαφνικά όλοι, ή κάποιος τέλος πάντων, τα έχει βάλει μαζί μου. Τρίβει, χαράζει, ροκανίζει, χθες έβγαλε και τους μεντεσέδες.

Μα τι κάνει;
Με το ζόρι κρατιέμαι, στην πρώτη φάλαγγα του τελευταίου δακτύλου. Ο ιδρώτας ποτίζει το πάτωμα της εγκαταλελειμμένης κάβας. Βλέπω τα πριονίδια μου να διακόπτουν εδώ και εκεί τη γυαλάδα της υγρασίας.

Ο πόνος είναι αφόρητος.
Κάθε βήμα μου θρυμματίζει τις ίνες.
Μέσα μου σπάω.
Ο θόρυβος είναι τρομακτικός.
Σε καταριέμαι.
Θα εκδικηθώ 

Ο επόμενος θα πέσει μαζί μου.


2 σχόλια:

  1. πολύ ενδιαφέρον και όμορφα γραμμένο, η συγγραφεύς ξεδιπλώνει το ταλέντο της σε αυτές τις λίγες γραμμές. Καλή τύχη στο έργο της!

    ΑπάντησηΔιαγραφή